Greek Meaning of sewed
ραμμένο
Other Greek words related to ραμμένο
Nearest Words of sewed
- sewe => ράβω
- seward's folly => Η τρέλα του Σιούαρντ
- seward peninsula => Χερσόνησος Σίουαρντ
- seward => Σιούαρντ
- sewage works => Εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων
- sewage system => Αποχετευτικό σύστημα
- sewage farm => μονάδα επεξεργασίας λυμάτων
- sewage disposal plant => Εγκατάσταση επεξεργασίας λυμάτων
- sewage disposal => αποχέτευση λυμάτων
- sewage => λύματα
Definitions and Meaning of sewed in English
sewed (s)
fastened with stitches
sewed (imp.)
of Sew
sewed (p. p.)
of Sew
FAQs About the word sewed
ραμμένο
fastened with stitchesof Sew, of Sew
ραμμένο,Συρραμμένη,καταραμένος,μπαλωμένο,επισκευάστηκε,αλειμμένος,Χαμηλά,Κεντημένο με βελονιά σταυρού,ανακουφισμένος,κεντημένος
άραφος
sewe => ράβω, seward's folly => Η τρέλα του Σιούαρντ, seward peninsula => Χερσόνησος Σίουαρντ, seward => Σιούαρντ, sewage works => Εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων,