Greek Meaning of split-second
κλάσμα δευτερολέπτου
Other Greek words related to κλάσμα δευτερολέπτου
Nearest Words of split-second
- splits (up) => Διαιρείται
- splits (on) => διαιρέσεις (επί)
- splits => διαχωρισμοί
- split seconds => κλάσμα δευτερολέπτου
- split one's sides => Ξεκαρδίζομαι
- split levels => σπίτια με διαφορετικά επίπεδα
- split level => Διαμερισμένος σε επίπεδα
- split hairs => σχίζω τρίχες
- split (up) => χωρίζω
- split (on) => διαχωρίζω (σε)
Definitions and Meaning of split-second in English
split-second (n)
a very short time (as the time it takes the eye to blink or the heart to beat)
split-second
a fractional part of a second, extremely precise, a small fraction of a second, occurring in a split second
FAQs About the word split-second
κλάσμα δευτερολέπτου
a very short time (as the time it takes the eye to blink or the heart to beat)a fractional part of a second, extremely precise, a small fraction of a second, oc
άμεσος,άμεσος,άμεσος,γρήγορος,γρήγορος,χτύπησε και έφυγε,προτροπή,γρήγορος,γρήγορος,αμέσως
παρατεταμένος,παρατεταμένος,αργός,Αργός,αναβληθέν,καθυστερημένος,καθυστερημένος,αργοπορημένος
splits (up) => Διαιρείται, splits (on) => διαιρέσεις (επί), splits => διαχωρισμοί, split seconds => κλάσμα δευτερολέπτου, split one's sides => Ξεκαρδίζομαι,