Greek Meaning of split seconds
κλάσμα δευτερολέπτου
Other Greek words related to κλάσμα δευτερολέπτου
Nearest Words of split seconds
Definitions and Meaning of split seconds in English
split seconds
a fractional part of a second, extremely precise, a small fraction of a second, occurring in a split second
FAQs About the word split seconds
κλάσμα δευτερολέπτου
a fractional part of a second, extremely precise, a small fraction of a second, occurring in a split second
καρδιακοί παλμοί,λεπτά,στιγμές,δευτερόλεπτα,στιγμές,στιγμές,νανοδευτερόλεπτα,λεπτά της Νέας Υόρκης,δονήσεις,Τρικέφαλος
αιώνες,εποχές,αίωνες,αιωνιότητες,για πάντα,απειρότητες,ζωές
split one's sides => Ξεκαρδίζομαι, split levels => σπίτια με διαφορετικά επίπεδα, split level => Διαμερισμένος σε επίπεδα, split hairs => σχίζω τρίχες, split (up) => χωρίζω,