Greek Meaning of serer
Σέρερ
Other Greek words related to Σέρερ
- λούστηκα
- υγρός
- υγρός
- στάζει
- υγρός
- υγρός
- κορεσμένος
- βρεγμένος
- βρεγμένος
- Απορροφητικός
- πλυμένο
- βρεγμένος
- πλημμυρισμένος
- Μουσκέματος
- πνιγμένος
- πλημμυρισμένος
- μούλιασμα
- μουσκεμένος
- βυθισμένος
- ποτισμένος
- υγρικός
- Υδαρής
- κατακλύζω
- έβρεξε
- βρεγμένο
- ενυδατωμένος
- πλημμυρισμένος
- υπερχειλισμένος
- σάλτσα
- βυθισμένος
Nearest Words of serer
Definitions and Meaning of serer in English
serer (n)
a West African language closely related to Fula; spoken primarily in Senegal and Gambia
FAQs About the word serer
Σέρερ
a West African language closely related to Fula; spoken primarily in Senegal and Gambia
άνυδρος,Έρημος,ερημικός,ξηρός,ξηρός,Διψασμένος,άνυδρος,ψημένο,Ξεκρός,αφυδατωμένος
λούστηκα,υγρός,υγρός,στάζει,υγρός,υγρός,κορεσμένος,βρεγμένος,βρεγμένος,Απορροφητικός
serenoa repens => Σερένοα η ρεπενς, serenoa => Σερενόα, serenity => γαλήνη, serenitude => γαλήνη, serengeti plain => Σερένγκετι πεδιάδα,