Greek Meaning of self-confession

εξομολόγηση

Other Greek words related to εξομολόγηση

Definitions and Meaning of self-confession in English

self-confession

open acknowledgment

FAQs About the word self-confession

εξομολόγηση

open acknowledgment

αναγνώριση,εισαγωγή,εξομολόγηση,επιμονή,αναγνώριση,Ισχυρισμός,ομολογία,Αίτηση,παραχώρηση,δήλωση

άρνηση,άρνηση,απόρριψη,απαγόρευση,αποποίηση ευθύνης,μη εισδοχή,αποκήρυξη,αποκήρυξη,αποκήρυξη

self-concerned => εγωιστής, self-concept => Αυτοαντίληψη, self-composedness => ψυχραιμία, self-composedly => ψύχραιμα, self-composed => ήρεμος,