Greek Meaning of ruth
Ρουθ
Other Greek words related to Ρουθ
- Συμπόνια
- καρδιά
- καλοσύνη
- έλεος
- Οίκτος
- συμπάθεια
- φιλανθρωπία
- συμπαράσταση
- συναίσθημα
- συναισθήματα
- γενναιοδωρία
- ανθρωπότητα
- καλοσύνη
- καλοσύνη
- αγάπη
- ανταπόκριση
- ευαισθησία
- θερμότητα
- καλοσύνη
- μεγαλόψυχία
- αγάπη
- συγγένεια
- Αλτρουϊσμός
- ευσπλαγχνία
- Καλοσύνη
- μεγαλοψυχία
- ενσυναίσθηση
- καλή θέληση
- ανθρωπισμός
- ανθρωπισμός
- ανθρωπισμός
- φιλανθρωπία
- Σχέση
- Σεβασμός
- Ευαισθησία
- Ευαισθησία
Nearest Words of ruth
- ruth benedict => Ρουθ Μπένεντικτ
- ruth fulton => Ρουθ Φούλτον
- ruth saint denis => Ρουθ Σεντ Ντένις
- ruth st. denis => Ρουθ Σαιντ Ντενί
- ruthenic => ρουθηνιακός
- ruthenious => Ρουθηνικός
- ruthenium => Ρουθήνιο
- rutherford => Ραδερφόρντ
- rutherford atom => Άτομο Ράδερφορντ
- rutherford b. hayes => Rutherford B. Hayes
Definitions and Meaning of ruth in English
ruth (n)
United States professional baseball player famous for hitting home runs (1895-1948)
the great-grandmother of king David whose story is told in the Book of Ruth in the Old Testament
a feeling of sympathy and sorrow for the misfortunes of others
a book of the Old Testament that tells the story of Ruth who was not an Israelite but who married an Israelite and who stayed with her mother-in-law Naomi after her husband died
ruth (v.)
Sorrow for the misery of another; pity; tenderness.
That which causes pity or compassion; misery; distress; a pitiful sight.
FAQs About the word ruth
Ρουθ
United States professional baseball player famous for hitting home runs (1895-1948), the great-grandmother of king David whose story is told in the Book of Ruth
Συμπόνια,καρδιά,καλοσύνη,έλεος,Οίκτος,συμπάθεια,φιλανθρωπία,συμπαράσταση,συναίσθημα,συναισθήματα
Αδιαφορία,κρύο,Ωμότητα,Αδιαφορία,αδιαφορία,απανθρωπιά,αδιαφορία,εχθρότητα,Αντιπάθεια,ψυχρότητα
rutate => Περριστροφή, rutaceous => ρουτοειδή, rutaceae => Ρουτοειδή, rutabaga plant => Σουηδικό λάχανο, ruta-baga => Ρουταμπάγκα,