Greek Meaning of rectory
Παπαδόσπιτο
Other Greek words related to Παπαδόσπιτο
- κατοικία
- κατοικία
- δίπλα στο τζάκι
- ερημητήριο
- σπίτι
- Παπικό
- παπάδικο
- τεταρτημόρια
- κατοικία
- στέγη
- Παπαδοσπίτι
- διαμέρισμα
- μπανγκαλόου
- Καμπίνα
- σαλέ
- Κกระทα
- ανασκαφές
- κατοικία
- Duplex
- κατοικία
- Εστία
- εστία
- σπίτι
- στέγαση
- διαμονή
- φωλιά
- μαξιλάρι
- τόπος
- Αγρόκτημα
- διαμονή
- καταφύγιο
- ενοικιαζόμενο διαμέρισμα
- Καταλύματα
- Σπιτάκι
- πολυκατοικία
- εισιτήριο
- Πανσιόν
- Διαμέρισμα
- Διαμέρισμα
- Εστία
- εστία
- επίπεδος
- Φτηνό πανδοχείο
- ρακή
- ποτό
- καλύβα, χαμόσπιτο
- καλύβα
- Κλουβί
- κατάλυμα
- πανσιόνας
- κατάλυμα
- Ράντζο
- πανσιόν
- Αλατιέρα
- ημι-
- καλύβα
- καλύβα
- πολυκατοικία
- Σπίτι πόλης
- μονοκατοικία
- τρίπλεξ
- Περίπατος
- στρατόπεδο
- Διαμερισμένος σε επίπεδα
- Σειρά σπιτιών
Nearest Words of rectory
Definitions and Meaning of rectory in English
rectory (n)
an official residence provided by a church for its parson or vicar or rector
rectory (n.)
The province of a rector; a parish church, parsonage, or spiritual living, with all its rights, tithes, and glebes.
A rector's mansion; a parsonage house.
FAQs About the word rectory
Παπαδόσπιτο
an official residence provided by a church for its parson or vicar or rectorThe province of a rector; a parish church, parsonage, or spiritual living, with all
κατοικία,κατοικία,δίπλα στο τζάκι,ερημητήριο,σπίτι,Παπικό,παπάδικο,τεταρτημόρια,κατοικία,στέγη
No antonyms found.
rectorship => πρυτανεία, rectories => ενορίες, rectorial => Πρύτανη, rectoress => διευθύντρια, rectorate => Πρυτανεία,