Greek Meaning of reapply

να επαναεφαρμόσω

Other Greek words related to να επαναεφαρμόσω

Definitions and Meaning of reapply in English

Webster

reapply (v. t. & i.)

To apply again.

FAQs About the word reapply

να επαναεφαρμόσω

To apply again.

διεύθυνση,εφαρμόζω,αφοσιώνω,(ορίζω),εγκαθίσταμαι (κάτω),Λύγισμα,κούμπωμα,απασχολημένος,δεσμεύω,Συμπλέκομαι

τριγυρνώ,σκαλίζω,χαζεύω,αδρανής,μαϊμού (γύρω),παίξε,φλαντάρω,ασήμαντο,χασομεράω,αναβάλλω

reapplication => Επανυποβολή αίτησης, reappearance => επανεμφάνιση, reappear => επανεμφανίζομαι, reapparel => ντύνω ξανά, reaping hook => δρεπάνι,