FAQs About the word reappoint

Διορίζω εκ νέου

To appoint again.

No synonyms found.

No antonyms found.

reapply => να επαναεφαρμόσω, reapplication => Επανυποβολή αίτησης, reappearance => επανεμφάνιση, reappear => επανεμφανίζομαι, reapparel => ντύνω ξανά,