Greek Meaning of quantum jump

Κβαντικό άλμα

Other Greek words related to Κβαντικό άλμα

Definitions and Meaning of quantum jump in English

Wordnet

quantum jump (n)

(physics) an abrupt transition of an electron or atom or molecule from one quantum state to another with the emission or absorption of a quantum

a sudden large increase or advance

FAQs About the word quantum jump

Κβαντικό άλμα

(physics) an abrupt transition of an electron or atom or molecule from one quantum state to another with the emission or absorption of a quantum, a sudden large

ενισχύω,ανακάλυψη,ενδυνάμωση,πρόοδος,πρόοδος,βελτίωση,βελτίωση,ανάπτυξη,εκπαίδευση,βελτίωση

κατανομή,κατάρρευση,σύγκρουση,πτώση,Μείωση,αποτυχημένος,εμπόδιο,εμπόδιο,μείωση,σκόπελος

quantum field theory => Θεωρία κβαντικού πεδίου, quantum electrodynamics => Κβαντική ηλεκτροδυναμική, quantum chromodynamics => Κβαντική χρωμοδυναμική, quantum => κβαντικό, quantong => Καντόνγκ,