Greek Meaning of protrude
προεξέχειν
Other Greek words related to προεξέχειν
Nearest Words of protrude
Definitions and Meaning of protrude in English
protrude (v)
extend out or project in space
bulge outward
swell or protrude outwards
FAQs About the word protrude
προεξέχειν
extend out or project in space, bulge outward, swell or protrude outwards
εξόγκωμα,Προεξοχή,τσιμπάω,οίδημα,μπαλόνι,κύμα,δέσμη,διαστείλω,επεκτείνω,επιμηκύνω
συμπιέζω,πυκνώνω,Σύμβαση,συρρικνώνω,συσφίγγω
protropin => προτροπίνη, protriptyline => προτριπτυλίνη, protractor => γωνιόμετρο, protraction => προεξοχή, protractile => προεκτατός,