FAQs About the word preparing (for)

προετοιμάζεται (για)

που δείχνει (για),εκπαίδευση (με),διύλιση,τρέξιμο,δουλεύω (σε ή πάνω),διάτρηση,εξασκούμενος,αυλάκωση,τελειοποίηση,εξασκώντας

No antonyms found.

preparing => προετοιμάζει, prepares => ετοιμάζεται, preparer => ετοιμαστής, prepare (for) => προετοιμάζω (για), preparatory schools => προπαρασκευαστικά σχολεία,