Greek Meaning of prank
Φάρσα
Other Greek words related to Φάρσα
- περιπέτεια
- κάππαρη
- απόδραση
- εμπειρία
- φιμώτρο
- αστειευόμενος
- τέχνασμα
- αντίκα
- καπρίτσιο
- πράξη
- Διδώ
- κατόρθωμα
- σκανδαλίζω
- παιχνίδι
- σκανταλιές
- φάρσα
- αστείο
- Αστείο
- ατιμία
- Σκαρθί
- απόδοση
- παίξε
- φάρσα
- πανί
- απάτη
- ακροβατικό
- πειράγματα
- Χρόνος
- φάρσα
- Μαϊμουδίες
- shavie
- λάμπει
- ιδιοτροπία
- απάτη
- εξαπάτηση
- Παραίσθηση
- αστείος
- απάτη
- γκάμπιτ
- Σκανταλιές
- παιχνίδι
- ελιγμός
- αποστολή
- τέχνασμα
- ταραχές
- τέχνασμα
- Παιχνιδιάρικος
- τέχνασμα
- ανοησία
- δόλος
- ιδιοτροπία
- ιδιοτροπία
- φαντασία
- άγριο παιχνίδι
- κατεργαριά
Nearest Words of prank
Definitions and Meaning of prank in English
prank (n)
acting like a clown or buffoon
a ludicrous or grotesque act done for fun and amusement
prank (v)
dress or decorate showily or gaudily
dress up showily
FAQs About the word prank
Φάρσα
acting like a clown or buffoon, a ludicrous or grotesque act done for fun and amusement, dress or decorate showily or gaudily, dress up showily
περιπέτεια,κάππαρη,απόδραση,εμπειρία,φιμώτρο,αστειευόμενος,τέχνασμα,αντίκα,καπρίτσιο,πράξη
No antonyms found.
prang up => prang up, prandial => δείπνο, prancer => πρανσάρ, prance => χοροπηδώ, pram => ελληνικά,