Greek Meaning of capriccio
καπρίτσιο
Other Greek words related to καπρίτσιο
- περιπέτεια
- κάππαρη
- Διδώ
- Φάρσα
- τέχνασμα
- αντίκα
- απόδραση
- εμπειρία
- κατόρθωμα
- σκανδαλίζω
- φιμώτρο
- παιχνίδι
- αστείο
- αστειευόμενος
- ατιμία
- Σκαρθί
- απόδοση
- φάρσα
- πανί
- απάτη
- Χρόνος
- φάρσα
- Μαϊμουδίες
- shavie
- λάμπει
- ιδιοτροπία
- εγωισμός
- εξαπάτηση
- πράξη
- Παραίσθηση
- γκάμπιτ
- Σκανταλιές
- σκανταλιές
- φάρσα
- παιχνίδι
- Αστείο
- ελιγμός
- αποστολή
- παίξε
- τέχνασμα
- ταραχές
- τέχνασμα
- Παιχνιδιάρικος
- τέχνασμα
- ακροβατικό
- πειράγματα
- ανοησία
- δόλος
- ιδιοτροπία
- ιδιοτροπία
- ιδιοτροπία
- φαντασία
- άγριο παιχνίδι
- κατεργαριά
Nearest Words of capriccio
Definitions and Meaning of capriccio in English
capriccio (n)
an instrumental composition that doesn't adhere to rules for any specific musical form and is played with improvisation
FAQs About the word capriccio
καπρίτσιο
an instrumental composition that doesn't adhere to rules for any specific musical form and is played with improvisation
περιπέτεια,κάππαρη,Διδώ,Φάρσα,τέχνασμα,αντίκα,απόδραση,εμπειρία,κατόρθωμα,σκανδαλίζω
No antonyms found.
capric acid => καπρικό οξύ, capric => καπρικό οξύ, capri => Κάπρι, capreolus capreolus => Πλατώνι, capreolus => ζαρκάδι,