Greek Meaning of practical joker
φαρσέρ
Other Greek words related to φαρσέρ
- αστειευτής
- κωμικός
- Κόβω σε κομμάτια
- καλλιτέχνης
- πειραχτήρι
- κωμικός
- Φαρσέρ
- quipper
- προвью
- Γελωτοποιός
- κάρτα
- κλόουν
- κωμικός
- αστείος
- Κωμικός
- φαρσέρ
- Αρλεκίνος
- χιουμορίστας
- καλαμπούρης
- γελωτοποιός
- τρελός
- Καрикаτουρίστας
- αστείος
- φαρσέρ
- Κωμικός
- εμετός
- γελωτοποιός
- τζόκερ
- φαρσέρ
- σάτυρος
- παρωδός
- Στιριογράφος
- κουνώ
- ευφυΐα
Nearest Words of practical joker
- practical nurse => Νοσηλεύτρια
- practical politics => πρακτική πολιτική
- practicality => πρακτικότητα
- practically => πρακτικά
- practice => Πρακτική
- practice bundling => Πακέτο πρακτικής άσκησης
- practice game => Φιλικό παιχνίδι
- practice of law => Άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος
- practice of medicine => Ιατρική πράξη
- practice range => Πεδίο βολής
Definitions and Meaning of practical joker in English
practical joker (n)
someone who plays practical jokes on others
FAQs About the word practical joker
φαρσέρ
someone who plays practical jokes on others
αστειευτής,κωμικός,Κόβω σε κομμάτια,καλλιτέχνης,πειραχτήρι,κωμικός,Φαρσέρ,quipper,προвью,Γελωτοποιός
No antonyms found.
practical joke => φάρσα, practical application => πρακτική εφαρμογή, practical => Πρακτικός, practicably => πρακτικά, practicableness => πρακτικότητα,