FAQs About the word gagster

φαρσέρ

someone who writes comic material for public performers

κωμικός,κάρτα,αστείος,αστείος,καλλιτέχνης,φαρσέρ,Κωμικός,Κωμικός,χιουμορίστας,γελωτοποιός

No antonyms found.

gagman => Κωμικός, gaging => μέτρηση, gaggling => γέλιο, gaggled => Συμμορία, gaggle => κοπάδι,