Greek Meaning of entertainer

καλλιτέχνης

Other Greek words related to καλλιτέχνης

Definitions and Meaning of entertainer in English

Wordnet

entertainer (n)

a person who tries to please or amuse

Webster

entertainer (n.)

One who entertains.

FAQs About the word entertainer

καλλιτέχνης

a person who tries to please or amuseOne who entertains.

καλλιτέχνης,Οδικός μουσικός,Προσποιητής,ιμπρεσιονιστής,μίμος,παντομίμα,Μίμος,παίκτης,ηθοποιός,διάφραγμα

No antonyms found.

entertained => διασκεδασμένος, entertain => Διασκέδαση, enterprisingness => Επιχειρηματικότητα, enterprisingly => με επιχειρηματικό πνεύμα, enterprising => επιχειρηματικός,