Greek Meaning of teaser
προвью
Other Greek words related to προвью
- πειράζω
- Επιτιθέμενος
- Ενοχλητικός
- βελονοποιός
- κουίζ
- λατρεύει το κουίζ
- βασανιστής
- Βασανιστής
- βασανιστής
- κατήγορος
- επιτιθέμενος
- δόλωμα
- χλευαστής
- Κριτικός
- γιββερελλίνη
- διακόπτης
- προσβλητικός
- ειρωνιστής
- σάτυρος
- χλευαστής
- διώκτης
- παράσιτο
- γελοιοποιός
- Στιριογράφος
- χλευαστής
- Χλευαστής
- χλευαστής
- Άτακτο
- θύτης
- σοφός ανθρωπος
- Σοφός
- μειωτής
- Γιββερελλίνη
- πειραχτήρι
- μάγκας
- άτακτος
- Σπασίκλα
- έξυπνος
Nearest Words of teaser
Definitions and Meaning of teaser in English
teaser (n)
a worker who teases wool
someone given to teasing (as by mocking or stirring curiosity)
an advertisement that offers something free in order to arouse customers' interest
a particularly baffling problem that is said to have a correct solution
an attention-getting opening presented at the start of a television show
a flat at each side of the stage to prevent the audience from seeing into the wings
a device for teasing wool
teaser (n.)
One who teases or vexes.
A jager gull.
A shunt winding on field magnets for maintaining their magnetism when the main circuit is open.
FAQs About the word teaser
προвью
a worker who teases wool, someone given to teasing (as by mocking or stirring curiosity), an advertisement that offers something free in order to arouse custome
πειράζω,Επιτιθέμενος,Ενοχλητικός,βελονοποιός,κουίζ,λατρεύει το κουίζ,βασανιστής,Βασανιστής,βασανιστής,κατήγορος
υπερασπιστής,ελευθερωτής,Φύλακας,προστάτης,διασώστης,σωτήρας,σωτήρας,σωματοφύλακας,πρωταθλητής,παρηγορητής
teaselling => χτένισμα, teaselled => τσατσάρα, teaseling => χτένισμα, teaseler => καρδαμί, teaseled => πειραγμένος,