Greek Meaning of potterer
κεραμέας
Other Greek words related to κεραμέας
Nearest Words of potterer
Definitions and Meaning of potterer in English
potterer (n)
a person who putters about
FAQs About the word potterer
κεραμέας
a person who putters about
ερασιτέχνης,κουτσομπόλης,τεχνίτης,ερασιτέχνης,ενθουσιώδης,ανεμιστήρας,χομπίστας,Λαϊκός,μη ειδικός,πολυτέχνης
αυθεντία,ειδικός,ειδικός,επαγγελματίας,επαγγελματίας
potter wasp => Κεραμοσφήκα, potter bee => Πηλομέλισσα, potter around => παίζω κουτάβια, potter => Κεραμέας, potted => γλάστρα,