FAQs About the word hobbyist

χομπίστας

a person who pursues an activity in their spare time for pleasure

ερασιτέχνης,τεχνίτης,ερασιτέχνης,Δilletant,ενθουσιώδης,ανεμιστήρας,Λαϊκός,μη ειδικός,ερασιτέχνης,κεραμέας

αυθεντία,ειδικός,επαγγελματίας,ειδικός,επαγγελματίας

hobbyism => Χόμπι, hobbyhorsical => χόμπι χάσι, hobbyhorse => Κουνιστό αλογάκι, hobby => Χόμπι, hobbs => χόμπιτ,