Greek Meaning of posed

Ποζάρισα

Other Greek words related to Ποζάρισα

Definitions and Meaning of posed in English

Wordnet

posed (a)

arranged for pictorial purposes

FAQs About the word posed

Ποζάρισα

arranged for pictorial purposes

προσφέρεται,προτεινόμενος,προτινόμενος,αναπήδησε,παρουσιάζεται,προσφερόμενα,προτάθηκε,προτείνειν,προβάλλω,προτεινόμενο

σίγουρος,ενημερωμένος,ικανοποιημένος,καθησυχασμένος,διαφωτισμένος

pose => Πόζα, pos tagger => Προσδιοριστής κατηγορίας λέξης, porzana porzana => Πορφύρας, porzana => Υδρόρνις, port-wine stain => Πορτοκαλί κηλίδα,