Greek Meaning of placidness
Ηρεμία
Other Greek words related to Ηρεμία
- αναταραχή
- άγχος
- ανησυχία
- φροντίδα
- ανησυχία
- ανησυχία
- ανησυχία
- φόβος
- νευρικότητα
- διαταραχή
- φροντίδα
- στρες
- ιδρώτας
- τάση
- ανησυχία
- ανησυχία
- ανησυχία
- συναγερμός
- αγωνία
- άγχος
- ανησυχία
- φρίκη
- απελπισία
- δυσφορία
- Απογοήτευση
- δυσφορία
- διαταραχή
- νευρικότητα
- πανικός
- καταπόνηση
- Ατζίτα
- ανησυχία
- ξυπνητήρι
- απελπισία
- Αναστάτωση
- περισπασμός
- νευρικότητα
- νευρικότητα
- νευρικότητα
- τρόμος
- φρενίτιδα
- στρίψιμο χεριών
Nearest Words of placidness
Definitions and Meaning of placidness in English
placidness (n)
a feeling of calmness; a quiet and undisturbed feeling
placidness (n.)
The quality or state of being placid.
FAQs About the word placidness
Ηρεμία
a feeling of calmness; a quiet and undisturbed feelingThe quality or state of being placid.
Ήρεμος,ηρεμία,ικανοποίηση,ευκολία,γαλήνη,ηρεμία,γαλήνη,ηρεμία,περιεχόμενο,ευκολία
αναταραχή,άγχος,ανησυχία,φροντίδα,ανησυχία,ανησυχία,ανησυχία,φόβος,νευρικότητα,διαταραχή
placidly => ήρεμα, placidity => γαλήνη, placid => ήρεμος, place-worship => Τόπος λατρείας, placet => χώρος,