Greek Meaning of jumpiness
νευρικότητα
Other Greek words related to νευρικότητα
- άγχος
- ανησυχία
- νευρικότητα
- νευρικότητα
- νεύρα
- δειλία
- τάση
- ανησυχία
- ανησυχία
- νευρικές κινήσεις
- αναταραχή
- άγχος
- ανησυχία
- ανησυχία
- πυρετός
- νευρικότητα
- αστάθεια
- διαταραχή
- αναταραχή
- ανησυχία
- ένταση
- Τρόμος
- ανησυχία
- αναστατωμένος
- πεταλούδες
- νευρικότητα
- ζαλάδα
- Ατζίτα
- φρενίτιδα
- θρησκοληψία
- στρίψιμο χεριών
- δονήσεις
- ρίγη
Nearest Words of jumpiness
- jumping => άλμα
- jumping bean => Μεξικάνικος χοροπηδηχτός σπόρος
- jumping bristletail => Άνοπλο
- jumping disease => Άρρωστια του πηδήματος
- jumping gene => γονίδιο άλματος
- jumping jack => Jumping jack
- jumping mouse => Ποντικόσκυλο
- jumping orchid => άλμα ορχιδέας
- jumping plant louse => Ψύλλα
- jumping seed => Σπερματόζωο αλτικό
Definitions and Meaning of jumpiness in English
jumpiness (n)
the anxious feeling you have when you have the jitters
FAQs About the word jumpiness
νευρικότητα
the anxious feeling you have when you have the jitters
άγχος,ανησυχία,νευρικότητα,νευρικότητα,νεύρα,δειλία,τάση,ανησυχία,ανησυχία,νευρικές κινήσεις
εμπιστοσύνη,έλεγχος,αυτοπεποίθηση,αυτοπεποίθηση,Σιγουριά,ψυχραιμία,Ήρεμος,ηρεμία,Ψυχραιμία,ψυχρότητα
jumper lead => καλώδια εκκίνησης, jumper cable => Καλώδια εκκίνησης, jumper => πουλόβερ, jumped-up => αλαζονικός, jumped => πήδησε,