Greek Meaning of pirouetting

Πιρουέτα

Other Greek words related to Πιρουέτα

Definitions and Meaning of pirouetting in English

Webster

pirouetting (p. pr. & vb. n.)

of Pirouette

FAQs About the word pirouetting

Πιρουέτα

of Pirouette

περιστρεφόμενος (peristrefómenos),περιστροφικός,γνέσιμο,στριφογυρίζοντας,κυκλοφορία,curling,καμπυλώνω,περιστρεφόμενο,στροβιλιζόμενος,κυλιόμενο

No antonyms found.

pirouetted => έκανε μια πιρουέτα, pirouette => πιρουέτα, piroshki => Πιροσκί, piroplasm => πυροπλάσμα, pirogue => Πυρόγα,