FAQs About the word outstandingly

εξαιρετικά

in an outstanding manner or to an outstanding degree

απλήρωτος,οφειλόμενος,οφειλόμενος,πληρωτέος,οφειλόμενος,Ώριμος,ληξιπρόθεσμο,ανήσυχος

ξεκαθαρισμένο,εκκαθαρισμένος,εξοφλημένος,εγκαταστημένος,πληρωμένο (στο σύνολό του ή μέχρι ένα σημείο),προπληρωμένο

outstanding => Εξαιρετικός, outstand => εξαιρετικός, outspring => εαρινός, outspread => απλωμένος, outsport => υπαίθριο άθλημα,