Greek Meaning of nonconcurred

δεν συμφωνούν

Other Greek words related to δεν συμφωνούν

Definitions and Meaning of nonconcurred in English

nonconcurred

to refuse or fail to concur

FAQs About the word nonconcurred

δεν συμφωνούν

to refuse or fail to concur

απρόθυμος,αναβλήθηκε,διαφωνία,αντιρρησίες,διαμαρτυρηθεί,καταφέρθηκε,ισχυρίστηκε,συγκρούστηκαν,συγκρούστηκε,συγκρουόμενος

αποδεκτό,συμφώνησε,συμφωνήθηκε,αποδεκτό,συμμορφώθηκε,συμφωνώ,αναβληθέν,προσχώρησε,Συνδεδεμένος,σύμμαχοι

noncomprehension => Ακατανόητο, noncompound => Μη σύνθετο, noncomplicated => απλό, noncomplex => όχι σύνθετο, noncomplementary => μη συμπληρωματικός,