Greek Meaning of manlike
Ανδρικός
Other Greek words related to Ανδρικός
Nearest Words of manlike
Definitions and Meaning of manlike in English
manlike (a)
possessing qualities befitting a man
manlike (s)
characteristic of a man
resembling human beings
manlike (a.)
Like man, or like a man, in form or nature; having the qualities of a man, esp. the nobler qualities; manly.
FAQs About the word manlike
Ανδρικός
possessing qualities befitting a man, characteristic of a man, resembling human beingsLike man, or like a man, in form or nature; having the qualities of a man,
Άνδρας,σε ανθρώπινο μέγεθος,Ανδρικός,ανδρικός,αρσενικός,ανδροπρεπής,αμαζόνιος,αγορίστικος,μπουτς,Χνουδωτός
θηλυπρεπής,θηλυκός,κοριτσίστικος,Ανάρμοστος, ανάρμοστα,ανέξοδος,θηλυκός,ανδρόγυνος,ανίκανος,μετροσέξουαλ,μαλάκας
manlessly => χωρίς ανδρισμό, manless => χωρίς αντρικά, manky => βρώμικος, manks => μανξ, mankind => Ανθρωπότητα,