FAQs About the word hoydenish

άτακτη

used of girls; wild and boisterous

Άνδρας,αρσενικός,αγέννητος,Απρεπής,Ανδρικός,ανδρικός,αγοροκόριτσο,ανένδοτος,ιπποτικός,Ανδρικός

θηλυκό,θηλυκός,κοριτσίστικος,ευγενική,θηλυκός,θηλυπρεπής,μαλάκας,Ανάρμοστος, ανάρμοστα,ανέξοδος,θηλυπρεπής

hoyden => χωριατοπούλα, hoya carnosa => χόγια, hoya => χόια, hoy => σήμερα, hox => Hox,