Greek Meaning of tomboyish
αγοροκόριτσο
Other Greek words related to αγοροκόριτσο
Nearest Words of tomboyish
Definitions and Meaning of tomboyish in English
tomboyish (s)
used of girls; wild and boisterous
FAQs About the word tomboyish
αγοροκόριτσο
used of girls; wild and boisterous
αρσενικός,αγέννητος,Απρεπής,άτακτη,Άνδρας,Ανδρικός,ανδρικός,ανένδοτος,ιπποτικός,Ανδρικός
θηλυκό,θηλυκός,ευγενική,θηλυκός,θηλυπρεπής,κοριτσίστικος,μαλάκας,Ανάρμοστος, ανάρμοστα,θηλυπρεπής,Φούστα
tomboy => αγοροκόριτσο, tombola => τόμπολα, tombless => ανεπίταφος, tombing => τάφος, tombigbee river => Ποταμός Tombigbee,