Greek Meaning of manless
χωρίς αντρικά
Other Greek words related to χωρίς αντρικά
Nearest Words of manless
Definitions and Meaning of manless in English
manless (a.)
Destitute of men.
Unmanly; inhuman.
FAQs About the word manless
χωρίς αντρικά
Destitute of men., Unmanly; inhuman.
φιλαράκι,κύριος,τύπος,Άνδρας,τύπος,γάτα,τύπος,τύπος,συνάδελφος,ευγενής
ζώο,Θηρίο,βάρβαρος,κτήνος,πλάσμα
manky => βρώμικος, manks => μανξ, mankind => Ανθρωπότητα, mankato => Μανκάτο, manitu => Μανιτού,