FAQs About the word lustihood

ορμητικότητα

State of being lusty; vigor of body.

επιθυμία,πάθος,επιθυμία,σκληρότητα,ζεστός,Φαγούρα,ερωτομανής,Λιβιδινικότητα,Ζήλος,ερωτομανία

αποχή,εγκράτεια,αγνότητα,ψυχρότητα,ψυχρότητα

lustihead => Δεν υπάρχει άμεση μετάφραση, lustfully => επιθυμητικά, lusterware => Εφυαλωμένη κεραμική, lusterlessness => έλλειψη λάμψης, lusterless => θαμπό,