FAQs About the word satyriasis

σατυρίαση

abnormally intense sexual desire in menImmoderate venereal appetite in the male.

ερωτομανία,Ζήλος,επιθυμία,έρως,σκληρότητα,Φαγούρα,ακολασία,ασέλγεια,ασέλγεια,Λιβιδινικότητα

ψυχρότητα

satyr play => Σατυρικό δράμα, satyr orchid => ορχιδέα σάτυρος, satyr => σάτυρος, satyendra nath bose => Σατιέντρα Νατ Μπος, satyendra n. bose => Σατιέντρα Ναθ Μπόουζ,