Greek Meaning of lofted
ανυψωμένος
Other Greek words related to ανυψωμένος
- πέταξε
- εκσφενδόνισε
- κρεμασμένο
- πέταξε
- πεταγμένη
- μπόουλινγκ
- καστ
- εκτοξεύοντας
- πετάω
- όρμησε
- παύλα
- απολυμένος
- σήκωσε
- hove
- Εκτοξεύτηκε
- ξεκίνησε
- λαβολέ
- καρφωμένη
- ρίφθηκε
- εκτοπισμένος
- ανεστραμμένο
- εθισμένος
- ωθούμενος
- άφησέ την να πετάξει
- πέρασε
- βομβαρδισμένος
- κατακρημνισμένος
- προβλεπόμενος
- ώθηθηκε
- αυλακωμένο
- κυλήθηκε
- ώθηση
Nearest Words of lofted
Definitions and Meaning of lofted in English
lofted (imp. & p. p.)
of Loft
FAQs About the word lofted
ανυψωμένος
of Loft
πέταξε,εκσφενδόνισε,κρεμασμένο,πέταξε,πεταγμένη,μπόουλινγκ,καστ,εκτοξεύοντας,πετάω,όρμησε
No antonyms found.
loft => σοφίτα, lofoten => Λοφότεν, lofortyx californicus => Καλιφορνέζικη ορτυκομάνα, lofortyx => Ορτύκι με λοφίο, loewi => Λέβι,