Greek Meaning of legionnaires

λεγεωνάριοι

Other Greek words related to λεγεωνάριοι

Definitions and Meaning of legionnaires in English

legionnaires

a member of a legion

FAQs About the word legionnaires

λεγεωνάριοι

a member of a legion

στρατιώτες,πολεμιστές,λεγεωνάριοι,Πεζοναύτες,Σκυλομούρες,δραγουνάριος,αγωνιστές,Άνδρες με όπλα,επιδρομείς,Δασοφύλακες

Πολίτες

legging (it) => Λεγκινγκς (it), legged (it) => (πόδι), legends => θρύλοι, legendry => θρυλικός, legendries => θρυλικοί,