Greek Meaning of carabiniers

Καραμπινιέροι

Other Greek words related to Καραμπινιέροι

Definitions and Meaning of carabiniers in English

carabiniers

a cavalry soldier armed with a carbine

FAQs About the word carabiniers

Καραμπινιέροι

a cavalry soldier armed with a carbine

ιππότες,Ιππείς,κουρασσιέροι,δραγουνάριος,πεζοί στρατιώτες,πεζικό,στρατιώτες,Στρατιώτες,πολεμιστές,Τοξότες

Πολίτες

carabineers => Καραμπινιέροι, capuchins => καπουχίνοι, capuche => Κουκούλα, captures => συλλήψεις, captivities => αιχμαλωσίες,