FAQs About the word legibly

ευανάγνωστα

in a legible mannerIn a legible manner.

Προσβάσιμο,κατανοητός,συνεκτικός,κατανοητός,κατανοητός,κατανοητό,Κατανοητός,ανεξιχνίαστος,κατανοητό,αρθρωτός

ασυνεπής,ακατανόητος,μυστηριώδης,εσωτερικός,ανεξιχνίαστος,αναίσθητος,μυστηριώδης,ασαφής,άναρθρος

legibleness => αναγνωσιμότητα, legible => Αναγνώσιμο, legibility => ευανάγνωση, leghorn => Λιβορνέζικο, leggy => Ψηλόλιγνος,