Greek Meaning of insecurities

ανασφάλειες

Other Greek words related to ανασφάλειες

Definitions and Meaning of insecurities in English

Webster

insecurities (pl.)

of Insecurity

FAQs About the word insecurities

ανασφάλειες

of Insecurity

αποσπασμένος,χαλαρός,χαλαρός,χαλαρός,χαλαρός,Χαλαρός,ανασφάλιστο,χαλάρωσε,ανεξάρτητος,Ατελείωτος

περιορισμένος,συγκρατημένος,σφιχτός,τεταμένος,σφιχτός,Επισυναπτόμενος,δεμένος,γρήγορος,στερεός,κολλημένος

insecureness => ανασφάλεια, insecurely => ανασφαλής, insecure => Ανασφαλής, insectology => εντομολογία, insectologer => Εντομολόγος,