Greek Meaning of hold off (on)
αναβάλλω (σε)
Other Greek words related to αναβάλλω (σε)
Nearest Words of hold off (on)
- hold on (to) => κρατάω (από)
- hold on to => κράτα
- hold one's breath => Κρατήστε την ανάσα σας
- hold one's horses => Κρατήστε τα άλογά σας
- hold one's peace => σιωπή
- hold one's tongue => Να συγκρατείται κάποιος
- hold out (past) => κρατώ (παρελθόντας χρόνος)
- hold to => Κρατώ
- hold with => κρατώ με
- holdbacks => κρατήσεις
Definitions and Meaning of hold off (on) in English
hold off (on)
to decide that (something) will happen at a later time
FAQs About the word hold off (on)
αναβάλλω (σε)
to decide that (something) will happen at a later time
αναβάλλω,καθυστέρηση,αναβάλλω,βάζω πάνω,αναβολή,κρατήστε,Ενδιάμεση στάση,αναβάλλω,αποστείλω,περιμένω
Πράξη,ασχολείσθαι (με),κάνω,δουλεύω (σε),αποφασίζω (για)
hold a brief for => κρατήστε μια σύντομη ενημέρωση για, hold (past) => κρατούσε, hold (in) => κρατώ (σε), hold (back) => κρατάω, hokiness => ναΐφ,