FAQs About the word hold (in)

κρατώ (σε)

to stop (an emotion) from being expressed

Μανδύας,κρύβω,κρύβω,Μάσκα,ασαφής,εκκρίνω,πέπλο,περιέχει,περιβάλλω,όριο

μετάδοση,κυκλοφορεί,Διαδίδω,διαδώ,διαδίδω,διανέμω,εκπέμπω,σπέρνω,διασπείρω,διαλύω

hold (back) => κρατάω, hokiness => ναΐφ, hokeypokey => Χόκεϊ επί πάγου, hokeyness => υπερβολή, hoists => γερανοί,