Greek Meaning of hog-tie

Δέσιμο

Other Greek words related to Δέσιμο

Definitions and Meaning of hog-tie in English

Wordnet

hog-tie (v)

tie together somebody's limbs

FAQs About the word hog-tie

Δέσιμο

tie together somebody's limbs

εκνευρίζω,καλάθι δώρων,εμποδίζω,εμποδίζω,εμποδίζω,δέσιμο,μπλοκ,απόφραξη,περιορίζω,κράμπα

βοήθεια,Βοήθεια,διευκολύνω,βοήθεια,ανοιχτό,σαφής,δωρεάν,απελευθερώνω,χαλαρώνω,Κάνε δρόμο

hogsty => χοιροστάσιο, hogsties => δυσκολίες, hogskin => δέρμα γουρουνιού, hogshead => Χογκσχεντ, hogscore => hogscorr,