Greek Meaning of handleless

άχειρος

Other Greek words related to άχειρος

Definitions and Meaning of handleless in English

Wordnet

handleless (a)

having no handle

FAQs About the word handleless

άχειρος

having no handle

διεύθυνση,διαχειρίζομαι,χειρίζομαι,Διαπραγματεύομαι,παίρνω,θεραπεία,ανταγωνίζομαι (με),αντιμετωπίζω (με),πεδίο,(παλεύω με)

χαλάω,τα κάνω μαντάρα,Ψάχνω,αστοχώ,τα κάνω χάλια,χάος (πάνω),κακομεταχείριση,μανσέτα,παλιόπαιδο,Φουζλ

handled => χειρίστηκε, handle-bars => Τιμόνι, handlebar => τιμόνι, handleable => διαχειρίσιμο, handle with kid gloves => Μεταχειρίζομαι με γάντια,