Greek Meaning of cope (with)

αντιμετωπίζω (με)

Other Greek words related to αντιμετωπίζω (με)

Definitions and Meaning of cope (with) in English

cope (with)

No definition found for this word.

FAQs About the word cope (with)

αντιμετωπίζω (με)

διεύθυνση,ανταγωνίζομαι (με),(παλεύω με),λαβή,διαχειρίζομαι,χειρίζομαι,Διαπραγματεύομαι,παίρνω,θεραπεία,Εκτελώ

χαλάω,τα κάνω μαντάρα,Ψάχνω,αστοχώ,τα κάνω χάλια,χάος (πάνω),κακομεταχείριση,μανσέτα,παλιόπαιδο,Φουζλ

co-ownerships => Συνιδιοκτησία, co-ownership => Συνιδιοκτησία, co-owner => συνιδιοκτήτης, coos => γουργουρίζει, co-organizer => Συνδιοργανωτής,