Greek Meaning of governmentally

κυβερνητικά

Other Greek words related to κυβερνητικά

Definitions and Meaning of governmentally in English

Wordnet

governmentally (r)

by government

FAQs About the word governmentally

κυβερνητικά

by government

διοίκηση,Διακυβέρνηση,καθεστώς,Κανόνας,αυθεντία,δικτατορία,Δικαιοδοσία,Ηγεσία,δύναμη,καθεστώς

ξένος,παγκόσμιος,Διεθνής,εξωτερικός,μη εθνικός,εξωγήινος

governmental => κυβερνητικός, government security => Κυβερνητική ασφάλεια, government revenue => Δημόσια έσοδα, government printing office => Εθνικό Τυπογραφείο, government officials => κυβερνητικοί αξιωματούχοι,