Greek Meaning of government man
Κυβερνητικός υπάλληλος
Other Greek words related to Κυβερνητικός υπάλληλος
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of government man
- government issue => Κυβερνητικό
- government income => Έσοδα της κυβέρνησης
- government department => κυβερνητικό τμήμα
- government building => κυβερνητικό κτίριο
- government bond => Κρατικό ομόλογο
- government agent => Κυβερνητικός πράκτορας
- government agency => Κυβερνητική υπηρεσία
- government activity => Κυβερνητική δράση
- government accounting office => Ελεγκτικό Συνέδριο
- government => κυβέρνηση
- government minister => υπουργός
- government note => Κυβερνητικό ομόλογο
- government office => Κυβερνητικό γραφείο
- government officials => κυβερνητικοί αξιωματούχοι
- government printing office => Εθνικό Τυπογραφείο
- government revenue => Δημόσια έσοδα
- government security => Κυβερνητική ασφάλεια
- governmental => κυβερνητικός
- governmentally => κυβερνητικά
- government-in-exile => Κυβέρνηση εξορισμένη
Definitions and Meaning of government man in English
government man (n)
a special law-enforcement agent of the Federal Bureau of Investigation
FAQs About the word government man
Κυβερνητικός υπάλληλος
a special law-enforcement agent of the Federal Bureau of Investigation
No synonyms found.
No antonyms found.
government issue => Κυβερνητικό, government income => Έσοδα της κυβέρνησης, government department => κυβερνητικό τμήμα, government building => κυβερνητικό κτίριο, government bond => Κρατικό ομόλογο,