Greek Meaning of go into
να μπει μέσα
Other Greek words related to να μπει μέσα
- έλεγχος
- εμποδίζω
- εμποδίζω
- μένω
- στάση
- μένω
- σταματάω
- σύλληψη
- βαλκ
- μπλοκ
- σταματάω
- καθυστέρηση
- καθυστερώ
- σταματώ
- απέχω
- αναστέλλω
- διακόπτης
- εμποδίζω
- καταπιέζω
- Καθυστερημένος
- περίπτερο
- στέλεχος
- καταπιέζω
- περιμένω
- Αργός (επιβραδύνει ή επιταχύνει)
- κράμπα
- καλάθι δώρων
- αφήνω κάτι
- δαγκάνοντας
- παύση
- οπισθοχωρώ
- ακροβατικό
Nearest Words of go into
Definitions and Meaning of go into in English
go into (v)
to come or go into
be used or required for
FAQs About the word go into
να μπει μέσα
to come or go into, be used or required for
έλα,κάνω,Μάρτιος,προχωρώ,Πρόοδος,πρόοδος,έλα,τιμή,σφυρηλατώ,Κερδίζω έδαφος
έλεγχος,εμποδίζω,εμποδίζω,μένω,στάση,μένω,σταματάω,σύλληψη,βαλκ,μπλοκ
go in => μπες μέσα, go home => πηγαίνω σπίτι, go game => Γκο, go forward => προς τα εμπρός, go forth => προχωρείν,