Greek Meaning of go along

ακολουθώ

Other Greek words related to ακολουθώ

Definitions and Meaning of go along in English

Wordnet

go along (v)

cooperate or pretend to cooperate

continue a certain state, condition, or activity

pass by

FAQs About the word go along

ακολουθώ

cooperate or pretend to cooperate, continue a certain state, condition, or activity, pass by

έλα,έλα,κάνω,Τα πάω καλά,πηγαίνω,φεύγω,Μάρτιος,προχωρώ,Πρόοδος,πρόοδος

μπλοκ,έλεγχος,εμποδίζω,απέχω,εμποδίζω,μένω,στάση,μένω,σταματάω,Αργός (επιβραδύνει ή επιταχύνει)

go all out => Δώσε τα πάντα, βάλε τα όλα κάτω., go ahead => προχωρήστε, go against => Πηγαίνω ενάντια, go after => κυνηγώ, go about => πηγαίνω.,