Greek Meaning of glamorizing

γοητευτικός

Other Greek words related to γοητευτικός

Definitions and Meaning of glamorizing in English

glamorizing

to present so as to seem glamorous, to make glamorous, to look upon or depict as glamorous

FAQs About the word glamorizing

γοητευτικός

to present so as to seem glamorous, to make glamorous, to look upon or depict as glamorous

ιδεαλίζοντας,ειδωλολατρία,ρομαντικοποίηση,δοξασμός,ενήλικας,υπερβολικός,αγιοποίηση,θεοποίηση,αξιοπρεπές,ένδοξος

Μειωτικός,καταγγέλλοντας,απογλωσσοποίηση,υποτιμητικός,απαξιωτικός,Ελαχιστοποίηση,απαξιωτικός,Κατεβάζω

glamorized => glamorized<br>, gladsomely => χαρμόσυνα, gladiators => μονομάχοι, glad-hander => Άνθρωπος που χαιρετά όλους, glades => ξέφωτα,