Greek Meaning of genuflecting

γονατιστός

Other Greek words related to γονατιστός

Definitions and Meaning of genuflecting in English

Webster

genuflecting (p. pr. & vb. n.)

of Genuflect

FAQs About the word genuflecting

γονατιστός

of Genuflect

κολακεία,ερπυστικός,εξευτελιστική,αγιογραφικός,Αγιογραφικός,υποκλίνεστε,υποτακτικός,ευλαβικός,ευλαβικός,δουλοπρεπής

προσβλητικός,εξευτελιστικός,αγενής,προσβλητικός,προσβλητικό,περιφρονητικός,απαξιωτικός,απαξιωτικός,Θρασύς,ασεβής

genuflected => γονάτισε, genuflect => γονατίζω, genua => Γένοβα, genu varum => Γόνατο βαρ, genu valgum => genu valgum,