Greek Meaning of funnily
αστεία
Other Greek words related to αστεία
Nearest Words of funnily
Definitions and Meaning of funnily in English
funnily (r)
in a strange manner
FAQs About the word funnily
αστεία
in a strange manner
παράξενα,ιδιόμορφα,παράξενα,ασυνήθιστα,ανώμαλα,εξαιρετικά,παράξενα,σπάνια,παράξενα,ασυνήθιστα
συνήθως,γενικά,φυσικά,συνήθως,συνήθως,συνήθως,συνήθως,συνήθως,συνήθως,φυσικά
funnies => αστείο, funnel-shaped => χωνοειδής, funnelform => Χωνοειδής, funnel-crest rosebud orchid => Ορχιδέα με μπουμπούκια τριαντάφυλλου σε σχήμα χοάνης, funnel web => Χωνί,