Greek Meaning of flexibly

ευέλικτα

Other Greek words related to ευέλικτα

Definitions and Meaning of flexibly in English

Wordnet

flexibly (r)

with flexibility

FAQs About the word flexibly

ευέλικτα

with flexibility

προσαρμοστικός,ρυθμιζόμενος,Αλλοιώσιμος,μεταβλητός,μεταβλητός,ελαστικός,Ρευστό,λειαντός,τροποποιήσιμος,εύκαμπτος, εύπλαστος

καθιερωμένος,σταθερός,ανελαστικό,άκαμπτος,αμετάβλητος,σταθερός,αμετάβλητο,αμετάβλητος,σταθερά,άκαμπτος

flexibleness => Ευελιξία, flexible sigmoidoscopy => Ευέλικτη σιγμοειδοσκόπηση, flexible sigmoidoscope => Ευέλικτο σιγμοειδοσκόπιο, flexible joint => εύκαμπτη άρθρωση, flexible => ευέλικτος,